Κυριακή 9 Φεβρουαρίου 2020

   ΤΟ ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ  ΤΟΥ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ
Ο Ιωάννης Καποδίστριας γεννήθηκε στην Κέρκυρα στις 10 Φεβρουαρίου 1776. Ήταν το έκτο από τα εννιά παιδιά του Αντωνίου Καποδίστρια και της Αδαμαντίας Καποδίστρια το γένος Γονέμη. Ο πρωτόκοκος γιός ήταν ο Βιάρος, κατόπιν ο Βίκτωρ, μετά ο Ιωάννης, ο Αυγουστίνος και ο Γεώργιος. Από τις τέσσερις αδελφές, η Ευφροσύνη και η Ευφημία έγιναν μοναχές, η Στέλλα παντρεύτηκε τον Σπυρίδωνα Πολυλά και η Μαρία τον Νικόλαο Ροδόσταμο.
Η καταγωγή του πατέρα του ήταν από την Ιουστινόπολη η οποία μετά την πτώση της Ρωμαίκής Αυτοκρατορίας μετονομάσθη σε Capo d’ Istria, από την περιοχή της σημερινής Κροατίας. Από εκεί, η οικογένεια ήρθε στην Κέρκυρα, τον ιδ΄ αιώνα περίπου, όπου ο Αντώνιος Καποδίστριας ο οποίος είχε τον τίτλο του Κόμη, ο τίτλος του κόμη του είχε απονεμηθεί απο τον τον Δούκα της Σαβοίας και κατόπιν απο την Ενετική Πολιτεία. Στην Κέρκυρα γνώρισε την σύζυγό του Αδαμαντία, όπου και η δική της οικογένεια ήταν γραμμένη στο libro d’ oro του νησιού. Ο Ιωάννης Καποδίστριας, από μικρή ηλικία, έμαθε εκτός των άλλων λατινικά, γαλλικά, ιταλικά, πιάνο και ιππασία. Συνδέθηκε πνευματικά με τον ηγούμενο της Μονής της Πλατυτέρας π. Συμεών. Το 1792 κάνοντας ιππασία έπεσε από το άλογο το οποίο τον παρέσυρε για αρκετή απόσταση. Τη διάσωσή του ο Καποδίστριας την απέδωσε σε θαύμα της Παναγίας. Υπάρχει μάλιστα στη μονή της Πλατυτέρας ακόμη και σήμερα αναπαράσταση του γεγονότος φιλοτεχνημένο από λαικό ζωγράφο. Σε ηλικία 17 ετών πήγε στην Πάδοβα της Ιταλίας να συνεχίσει τις σπουδές του.

ΠΑΔΟΒΑ
Ο Καποδίστριας έρχεται για να σπουδάσει, σε ηλικία 17 ετών, στο Πανεπιστήμιο της Πάδοβας. Το πανεπιστήμιο της Πάδοβας ήταν το 17ο και 18ο αιώνα κέντρο της μόρφωσης των Ελλήνων από όλη την υπόδουλη Ελλάδα. Πολλοί Έλληνες φοιτητές μάλιστα διακρίθηκαν και ως καθηγητές του Πανεπιστημίου της. Οι Έλληνες φοιτητές είχαν οργανωθεί μάλιστα και σε όμιλο, όπου υποδεχόταν και βοηθούσαν τους νέους φοιτητές που έρχονταν στην Πάδοβα. Ο Καποδίστριας παρακολούθησε φιλοσοφία, νομικά και ιατρική. Σημειωτέον ότι την εποχή εκείνη οι φοιτητές μπορούσαν κατόπιν δύο χρόνων φοίτησης να ζητήσουν να εξεταστούν από ειδική επιτροπή καθηγητών του Πανεπιστημίου, και αν αποδεικνυόταν ότι είχαν ολοκληρώσει τις σπουδές τους έπαιρναν το δίπλωμά τους. Ο Καποδίστριας ζήτησε και εξετάστηκε και επιτυχώς πήρε το πτυχίο του ως ιατρός στις 10 Ιουνίου του 1797 και επέστρεψε στην Κέρκυρα.

Στις 27 Απριλίου 1801 ο Καποδίστριας μαζί με τον Νικόλαο Σιγούρο έφτασαν στην Κεφαλονιά. Εκεί εκφώνησε τον πρώτο του πολιτικό λόγο ζητώντας τη βοήθεια όλων των κατοίκων ώστε να διατηρηθεί η αυτονομία της Ιονίου Πολιτείας. Έβλεπε ότι το νέο σύνταγμα δεν ανταποκρινόταν στις προσδοκίες του κόσμου, αλλά η ίδρυση της ανεξάρτητης Ιονίου Πολιτείας, παρ' όλες τις ελλείψεις της, έπρεπε πάση θυσία να διασφαλιστεί. Αν δινόταν η εντύπωση στους ξένους ότι οι Έλληνες δεν μπορούν να συνεργαστούν χωρίς την επιβολή των ξένων δυνάμεων, τα πράγματα θα ήταν δύσκολα για το μέλλον.

 ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ
Στην Κεφαλονιά συνάντησε κατόπιν ιδίας πρωτοβουλίας τον πρωτεργάτη της επανάστασης στο νησί, τον πλούσιο Κόμη Ευστάθιο Μεταξά και μετά από πολύωρη συζήτηση τον έπεισε να σταματήσει τις ταραχές. Ενώ ο Ευστάθιος Μεταξάς πείστηκε, τα αδέλφια του Ανδρέας και Καίσαρας ξεκίνησαν μία ανταρσία, την οποία αυτή τη φορά ο στρατός κατέστειλε και ο Ανδρέας Μεταξάς συνελήφθη. Ο πόλεμος όμως συνεχίστηκε και η αντιπαράθεση του Ληξουρίου με το Αργοστόλι κορυφώθηκε. Ο Καποδίστριας με επίμονες προσπάθειες κατάφερε να επαναφέρει την ηρεμία στο νησί και να γίνει αποδεκτό το νέο σύνταγμα. Από την πρώτη του δημόσια εμφάνιση έδειξε τα χαρίσματα του ως πολιτικός. Επέστρεψε στην Κέρκυρα.

ΛΕΥΚΑΔΑ  1807

Ο Αλή Πασάς των Ιωαννίνων προσπάθησε να καταλάβει την Λευκάδα (Αγία Μαύρα). Η Ιόνιος πολιτεία διόρισε τον Καποδίστρια στις 2 Ιουνίου 1807 ως έκτακτο στρατιωτικό διοικητή της Αγίας Μαύρας. Αποδεχόμενος την πρόταση δήλωσε: «Αἰσθάνομαι ὅτι αἱ δυνάμεις μου εἶναι ἀπεριορίστως κατώτεραι τῆς ὑπηρεσίας εἰς τὴν ὁποίαν ἐκλήθην. 

Έφτασε στην Λευκάδα τον Ιούνιο του 1807. Πρώτο μέλημά του ήταν η οργάνωση της άμυνας από στερεά και θάλασσα. Η Λευκάδα χωριζόταν από την ηπειρωτική Ελλάδα από μία αβαθή τάφρο. Εύκολα θα μπορούσε να επιχωματωθεί και να καταληφθεί το νησί. Η τάφρος διανοίχτηκε και τοποθετήθηκαν τρία πυροβολοστάσια για την προάσπισή της. Κάλεσε όλο το λαό να βοηθήσει στο έργο αυτό και δεν δίστασε να εργαστεί και ο ίδιος ώστε να εμπνεύσει και να εμψυχώσει τους Λευκαδίτες. Περιγράφει ό ίδιος στην έκθεση του προς την Γερουσία: «Ἠ ἐναρξις τῆς ἐργασίας τὴν 7ην τρέχοντος μὲ εὗρεν εἰς τὴν ἐξοχὴν, εἰς τὰς ἀλυκάς. Μετὰ τὴν συγκέντρωσιν ἐξακοσίων ἐργατῶν ἐκ τῆς νήσου καὶ ἐκ τῆς πόλεως, ἄνευ τινὸς ἐξαιρέσεως, ὡμίλησα εἰς τοῦτο τὸ πλῆθος. Πάντες, πλήρεις τοῦ πλέον εὐγενοῦς ἐνθουσιασμοῦ, ἔλαβον ἀνὰ χεῖρας τὰ ἀγροτικὰ ἐργαλεῖα καὶ ἤλθον εἰς τὴν περιοχὴν τῆς ἐργασίας. Ἐγὼ ὁ ἴδιος, οἱ ἀναπληρωταί μου, πολλοὶ ἱερεῖς, ἤλθομεν, διὰ νὰ δείξωμεν τὸ παράδειγμα εἰς τοῦτο τὸ πλῆθος τοῦ κόσμου, πρῶτοι εἰργάσθημεν κύπτοντες ἐπὶ τῆς σκαπάνης καὶ τοῦ λίσγου.»

Αφού τελείωσε με την οργάνωση της άμυνας από την ξηρά οργάνωσε και την άμυνα από την θάλασσα. Μίσθωσε πλοία από Κεφαλονίτες πλοιάρχους φοβούμενος μία συνεργασία του Γαλλικού ναυτικού με τον Αλή πασά. Ο Αλή πασάς τελικά βλέποντας την οργανωμένη άμυνα και έχοντας την απειλή των ηπειρωτικών στρατιωτικών σωμάτων στα μετόπισθεν του στρατού του, αποχώρησε. Ο Καποδίστριας έδειξε έτσι ότι δεν ήταν μόνο διπλωμάτης και έξοχος πολιτικός αλλά διέθετε οργανωτικά και στρατιωτικά προσόντα.
Κάλεσε σε συνεργασία πολλούς οπλαρχηγούς, όπως τον Αντώνη Κατσαντώνη, τον Κίτσο Μπότσαρη, τον Λάμπρο Τζαβέλα, τον Γρίβα, τον Βαρνακιώτη, τον Μπουκουβάλα κ.ά. Λέγεται ότι εκεί γνώρισε για πρώτη φορά και τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη. Ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης αναφέρει χαρακτηριστικά: «Το μεγαλύτερον, το θαυμαστότερον, το ελληνικώτερον κατόρθωμα του αειμνήστου Καποδιστρίου υπήρξεν η εν Λευκάδι συγκέντρωσις όλων των ενδοξωτέρων καπετανάτων της Ρούμελης προς υπεράσπισιν της κινδυνευούσης Λευκάδος, και ο αδελφικός σύνδεσμος, όστις προέκυψεν εκ της συγκεντρώσεως ταύτης μεταξύ των σημαντικωτέρων οπλαρχηγών της δουλωμένης Ελλάδος. Οι κλέφται μεταμορφώθησαν εις κλεφτουριάν, δηλαδή απέβαλον την ιδέαν της ατομικής κεχωρισμένης κατά των εχθρών αντιδράσεως και συνησπίσθησαν και συνετάχθησαν υπό την αρχηγίαν του Κατζαντώνη εις στρατόν εθνικόν, εν και μόνον σύνθημα, άσπονδον κατά των τυράννων της πατρίδος πόλεμον, ένα και μόνον σκοπόν επιδιώκοντα, την απελευθέρωσιν της βασανιζομένης μητρός των».
Στο μεταξύ οι Ρώσοι ηττήθηκαν από τον Ναπολέοντα, σύναψαν ανακωχή μαζί του και υπέγραψαν τη συνθήκη του Τιλσίτ στις 8 Ιουλίου του 1807. Τα Επτάνησα παραχωρήθηκαν στη Γαλλία και η Επτάνησος Πολιτεία καταργείται. Ο Καποδίστριας επέστρεψε πικραμένος στην Κέρκυρα.

Στο Παρίσι δεν ξέχασε την αγαπημένη του πατρίδα, αλλά έδωσε μεγάλη μάχη για την ανεξαρτησία των Ιονίων Νήσων. Κατάλαβε όμως ότι η πλήρης ανεξαρτησία ήταν αδύνατη γιατί οι Άγγλοι ήθελαν την απόλυτη κυριαρχία επί των Επτανήσων. Μόνο με την προστασία μιας ξένης δύναμης θα μπορούσε να υπογραφεί μία τέτοια συνθήκη. Τελικά, οι Άγγλοι επείσθησαν να υπογράψουν στις 5 Νοεμβρίου 1815 τη συνθήκη για τα Επτάνησα. Τα Ιόνια Νησιά ήταν πλέον ανεξάρτητο κράτος με την επωνυμία «Ηνωμένοι Πολιτείαι των Ιονίων Νήσων» υπό την προστασία της Αγγλίας. Ο ίδιος γράφει: «Είναι η πρώτη πράξις που υπέγραψα ως Πληρεξούσιος (υπουργός των Εξωτερικών της Ρωσίας) και μου είναι ευχάριστο να γνωρίζω ότι αυτή αφορά εις τα συμφέροντα της πατρίου γής».
Στις 26 Νοεμβρίου 1815 αναχώρησε για την Πετρούπολη.